Η βιταμίνη D έχει λάβει το προσωνύμιο «η βιταμίνη του ήλιου», επειδή παράγεται φυσικά από τον οργανισμό μας όταν η ηλιακή ακτινοβολία έρχεται σε επαφή με το δέρμα μας.
Μόλις 10 λεπτά έκθεσης στον ήλιο την ημέρα χωρίς αντιηλιακό είναι αρκετά για να συνθέσουμε τις ποσότητες βιταμίνης D που χρειάζεται ο οργανισμός μας.
Η βιταμίνη D είναι λιποδιαλυτή και επηρεάζει τη λειτουργία σχεδόν 2.000 διαφορετικών γονιδίων.
Μέρος των ιδιοτήτων της βιταμίνης D είναι:
- ρύθμιση της απορρόφησης του ασβεστίου και του φωσφόρου
- βελτίωση του ανοσοποιητικού
- σωστή ανάπτυξη των οστών και των δοντιών
- μείωση του κινδύνου σκλήρυνσης κατά πλάκας (Journal of the American Medical Association)
- χαμηλότερος κίνδυνος καρδιοπάθειας (Circulation)
- μείωση του κινδύνου εκδήλωσης των συμπτωμάτων της γρίπης (American Journal of Clinical Nutrition
Η ανεπάρκεια ή η έλλειψη βιταμίνης D έχει σχετιστεί από πολυάριθμες μελέτες με:
- προβλήματα ισορροπίας
- μειωμένη λειτουργία των κάτω άκρων
- μεγαλύτερο ποσοστό πτώσεων
- χαμηλή οστική πυκνότητα
- μυϊκή αδυναμία
Η Ανεπάρκεια Βιταμίνης D Στα Μεγάλα Αστικά Κέντρα
Η έλλειψη της βιταμίνης D είναι μία ακόμη μάστιγα της σύγχρονης κοινωνία μας λόγω του τρόπου ζωής στα μεγάλα αστικά κέντρα κυρίως.
Μία ολλανδική έρευνα, που έγινε το 1995 και δημοσιεύτηκε στο «Lancet», έδειξε ότι οι Έλληνες, οι Ισπανοί και οι Ιταλοί που μετρήθηκαν είχαν πολύ λιγότερη βιταμίνη D σε σχέση με τους Νορβηγούς, τους Δανούς, τους Ελβετούς και τους Γάλλους που πήραν μέρος στην ίδια έρευνα. Oι Νορβηγοί και οι Δανοί είχαν περίπου 45 nmol/L, οι Γάλλοι και οι Ελβετοί είχαν περίπου 30 και οι μεσογειακοί λαοί κάτω από 20.
- Το 2001 έγινε μια ακόμα ολλανδική έρευνα σε 7.500 γυναίκες από 50 έως 75 ετών (μετά την εμμηνόπαυση και με οστεοπόρωση), η οποία έδειξε ότι στη νότια Ευρώπη το 8% των γυναικών σε αυτή την ηλικία είχαν σοβαρή ανεπάρκεια βιταμίνης D (κάτω από 25 nmol/L), ενώ στη νοτιοανατολική Ασία -μια περιοχή με ανάλογη ηλιοφάνεια- το αντίστοιχο ποσοστό ήταν περίπου στο 2%.
- Το 2005 έγινε μια αμερικανική έρευνα σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και με οστεοπόρωση, που έπαιρναν μάλιστα και συμπληρώματα βιταμίνης D, και παρ’ όλα αυτά το 81% από αυτές στη Μέση Ανατολή -όπου υπάρχει μεγάλη ηλιοφάνεια- είχαν ανεπάρκεια βιταμίνης D, ενώ στην κεντρική Ευρώπη και στην Αμερική το ποσοστό των γυναικών με ανάλογη ανεπάρκεια ήταν 50%.
Στην Ελλάδα υπάρχει υψηλό ποσοστό ανεπάρκειας βιταμίνης D. Το 57,7% των 625 φαινομενικά υγειών ατόμων ηλικίας 18-85 ετών στους οποίους μετρήθηκε η 25(OH)VitD είχαν χαμηλές τιμές <22ng/ml
Στις Σκανδιναβικές χώρες ο εμπλουτισμός των μαργαρινών με βιταμίνη D είναι υποχρεωτική από τα κράτη.
Τα επίπεδα της Vit D3 στο αίμα έχουν ορισθεί:
Έλλειψη | < 20 ng/ml |
Ανεπάρκεια | < 20 – 30 ng/ml |
Φυσιολογικές (επιθυμητές) | < 30 – 100 ng/ml |
Τοξικότητα | >150 ng/ml |
Οι διατροφικές πηγές της βιταμίνης D είναι:
- σολομός
- σαρδέλες
- κρόκος του αυγού
- γαρίδες
- ενισχυμένα δημητριακά
- ενισχυμένος χυμός πορτοκαλιού.
Εάν δεν καλύπτουμε τις ημερήσιες ανάγκες μας σε βιταμίνη D μέσω της έκθεσης στον ήλιο και της διατροφής, η χορήγηση συμπληρώματος βιταμίνης D είναι απαραίτητη.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Τροφίμων και Γεωργικών Επιστημών (IFAS), οι ποσότητες βιταμίνης D που πρέπει να λαμβάνουμε (διεθνείς μονάδες IU την ημέρα) έχουν ως εξής:
- παιδιά και έφηβοι: 600 IU
- ενήλικες έως 70 ετών: 600 IU
- ενήλικες άνω των 70 ετών: 800 IU
- εγκυμονούσες και γυναίκες που θηλάζουν: 600 IU