Ο παγωμένος ώμος ή αλλιώς συμφυτική θυλακίτιδα, περιγράφει μία παθολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από επώδυνη δυσκαμψία της άρθρωσης του ώμου. Ο ασθενής εκτός από τον πόνο εμφανίζει και μια γενικευμένη μείωση του εύρους κίνησής του προς όλες τις κατευθύνσεις.

Ο παγωμένος ώμος οφείλεται σε φλεγμονή και επώδυνη ρίκνωση του αρθρικού θυλάκου. Ως αποτέλεσμα ο ασθενής πονάει και δεν μπορεί να εκτελέσει απλές δραστηριότητες της καθημερινότητάς του.

Αίτια

Κατά την ανάπτυξη της πάθησης, ο αρθρικός θύλακος και οι σύνδεσμοι φλεγμαίνουν με αποτέλεσμα την πάχυνση του θυλάκου και τον περιορισμό του εύρους κίνησης της άρθρωσης.

Στις λεγόμενες “ιδιοπαθείς” περιπτώσεις δεν ανευρίσκεται σαφές αίτιο της πάθησης. Αντίθετα, στις δευτεροπαθείς, υπάρχει κάποια αιτία, όπως κάκωση ή χειρουργική επέμβαση στην περιοχή του ώμου.

Εμφανίζεται συχνότερα σε σακχαροδιαβητικούς, ασθενείς με θυρεοειδή ή υπερλιπιδαιμία.

Συμπτώματα

Οι ασθενείς που αντιμετωπίζουν το Σύνδρομο Παγωμένου Ώμου παραπονιούνται για προοδευτική απώλεια της κινητικότητας του ώμου και έντονο πόνο στην περιοχή, που εντείνεται κατά τη διάρκεια της νύχτας, ιδιαίτερα όταν το βάρος του σώματος πέφτει πάνω στην άρθρωση.

Η επίτευξη κινήσεων άρσης της χειρός ή ρίψης κάποιου αντικειμένου καθίστανται αδύνατες έπειτα από κάποιο σημείο.

Διάγνωση

O κύριος τρόπος με τον οποίο γίνεται η διάγνωση είναι η κλινική εξέταση. Ο ιατρός θα συνεκτιμήσει το παθητικό εύρος κινητικότητας της άρθρωσης του ώμου με τα λοιπά συμπτώματα και το πλήρες ιστορικό. Πιθανόν να ζητηθεί από τον ασθενή ακτινογραφία ή μαγνητική τομογραφία του ώμου με σκοπό να αποκλειστούν διάφορα άλλα προβλήματα.

Θεραπεία Παγωμένου Ώμου

Στόχος της θεραπείας είναι να διατηρηθεί η κινητικότητα και η δύναμη του ώμου, καθώς επίσης και να μειωθεί ο πόνος. Αν δεν ακολουθηθεί κάποιο θεραπευτικό πρωτόκολλο, έχει παρατηρηθεί ότι οι περισσότεροι ασθενείς με παγωμένο ώμο βελτιώνονται ή θεραπεύονται μόνοι τους σε δύο με τέσσερα χρόνια. Επειδή όμως ο πόνος και ο περιορισμός της κίνησης δυσχεραίνουν αρκετά την καθημερινότητα του ασθενούς, τις περισσότερες φορές χρειάζεται θεραπεία.

Στη συντηρητική αντιμετώπιση περιλαμβάνονται όλα τα μέσα για τη μείωση του πόνου, όπως αναλγητικά, αντιφλεγμονώδη και ενδαρθρικές εγχύσεις στον ώμο. Επίσης ακολουθείται πρόγραμμα φυσικοθεραπείας που σκοπό έχει να διατηρήσει αρχικά το εύρος κίνησης και σταδιακά να το αυξήσει.

Σε περίπτωση που δεν παρατηρείται βελτίωση, αναγκαία θεωρείται η χειρουργική αντιμετώπιση, η οποία πραγματοποιείται μόνο αρθροσκοπικά.

Με τρεις ελάχιστες τομές του δέρματος, ο ορθοπαιδικός χειρουργός εισάγει στην άρθρωση του ώμου μια κάμερα (αρθροσκόπιο) και με κατάλληλα εργαλεία ελέγχει τη μεταπλασία και τη συρρίκνωση του αρθρικού θυλάκου. Στη συνέχεια, απελευθερώνει σε συγκεκριμένες θέσεις τον θύλακο, επιτρέποντας πλήρη ελευθερία κινήσεων της άρθρωσης. Μετεγχειρητικά, ο ασθενής συνεχίζει ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα αποκατάστασης και σύντομα απαλλάσσεται από τα συμπτώματά του.

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Esquire, τεύχος Καλοκαίρι 2022